Trittico etiopico. XVIII secolo
Ήρθαν οι ποιμένες και πρόσφεραν
την καλύτερη παραγωγή των προβάτων…
…στον Ιωσήφ το κρέας, στη Μαρία το γάλα,
και στον Υιό τον ύμνο.
Vennero i pastori e offrirono
i frutti più pregiati delle pecore…
…a Giuseppe la carne, a Maria il latte, e al Figlio la lode.
Χριστούγεννα / Natale 2020
Ας αφήσουμε να μας κατακλύσει η
ωραιότητα
Προ των πυλών για τον εορτασμό των
Χριστουγέννων γράφω, όπως κάθε χρόνο, μία ποιμαντορική επιστολή προς τους
πιστούς της Εξαρχίας μας και προς πολλούς άλλους πιστούς και φίλους, που
αισθάνονται κοντά μας, αισθάνονται πως είναι αδέλφια και φίλοι μας στη μικρή
αυτή Εκκλησία μας στην Ελλάδα. Κατά το έτος αυτό του 2020, οι περιστάσεις ήταν
και παραμένουν διαφορετικές, ειδικές, και από πολλές απόψεις, ακόμα και
δραματικές. Δεν σας κρύβω ότι μπήκα στον πειρασμό να γράψω αυτήν την επιστολή
νοσταλγώντας καλύτερες εποχές, να την γράψω σε τόνο περίλυπο, σχεδόν
παραπονεμένο και νοσταλγικό. Αυτή η σκέψη, εκτός του ότι ήταν ασφαλώς ένας
πειρασμός, πιστεύω ότι δεν θα με άφηνε να αρθώ στο ύψος των περιστάσεων,
ασφαλώς δραματικό, ούτε θα μου έδινε την δυνατότητα να σας απευθύνω ένα λόγο
παρηγοριάς και ελπίδας, ίσως ούτε ένα λόγο πίστης. Διότι τα λόγια μας ως
Ποιμένων της Εκκλησίας, πρέπει να είναι σαφέστατα λόγια παρηγοριάς και μάλιστα
παρηγοριάς η οποία να είναι σε θέση να στεγνώσει δάκρυα. Προπάντων όμως ο λόγος
μας πρέπει να είναι ένας λόγος ελπίδας, λόγος παραμυθίας και θάρρους, και
ταυτόχρονα να αποτελεί παρουσία πατρική, αδελφική και φιλική, ικανή να
μετριάζει τη μοναξιά που ήρθε ως επακόλουθο των περιορισμών που όλοι βιώνουμε
αυτή τη χρονιά.
Εμείς, ως πνευματικοί ποιμένες των
χριστιανικών εκκλησιών, οφείλουμε και θα οφείλουμε πάντοτε να κηρύττουμε το
θάρρος και την ελπίδα στα αδέλφια μας. Μέσα στην καραντίνα, στον περιορισμό,
μέσα στη σιωπή και στη μοναξιά που ζούμε κατά το 2020, ο λόγος μας πρέπει
πάντοτε να είναι λόγος εμπιστοσύνης και ελπίδας στον Κυριό μας Ιησού Χριστό, ο
οποίος είναι ο μοναδικός Σωτήρας του κόσμου και συνεχίζει να γεννάται ακόμη και
σε καιρούς σκοτεινούς, σε καιρούς αδυναμίας, ανθρώπινης φτώχειας και
απομόνωσης, όπως είναι οι δικοί μας καιροί αυτήν τη χρονιά. Στις προηγούμενες
επιστολές μου, ιδιαίτερα σ’ εκείνες της Μεγάλης Εβδομάδος και του Πάσχα, σας
έγραφα πώς να βιώσουμε στο σπίτι μας, μόνοι ή με την οικογένεια μας, τις
λατρευτικές τελετές της πίστης μας κατά τις σημαντικές περιόδους του λειτουργικού
έτους σε συνθήκες περιορισμού, ξαναανακαλύπτοντας, ή απλά ανακαλύπτοντας στη
ζωή μας την προσωπική και οικογενειακή προσευχή. Οι συμβουλές εκείνες,
εξακολουθούν να ισχύουν και σήμερα, για τη σημερινή μας κατάσταση και για τα
φετινά μας Χριστούγεννα. Προς αυτές θέλω να στρέψω την προσοχή σας: Συμβουλές
για προσευχή και για την ανάγνωση του Λόγου του Θεού, για την απαγγελία των
Ψαλμών, την προσευχή προς τον Ιησού, τη σιωπηλή προσευχή μπροστά σε μία εικόνα,
και τόσες άλλες προσευχές της βυζαντινής μας παράδοσης. Είναι προσευχές είτε
κοινοτικές και οικογενειακές, είτε κατά μόνας μέσα στην σιωπή του δωματίου μας
και της πιστής καρδιάς μας.
Αυτή τη
χρονιά προτίμησα να σας απευθύνω απλά, ως χριστουγεννιάτικη επιστολή μου, έναν
ωραίο λόγο ενός αρχαίου συγγραφέα-ποιητή, έναν λόγο που ελπίζω να σας προσφέρει
γαλήνη, ενίσχυση, ειρήνη και ελπίδα. Έναν λόγο που στη σύνθεσή του είναι
ωραίος, έναν λόγο που βγαίνει και αναβλύζει από την υμνωδία ενός από τους
σπουδαιότερους ποιητές και θεολόγους όλων των χριστιανικών εποχών: του Αγίου
Εφραίμ του Σύρου, ο οποίος κοιμήθηκε το 373. Και γιατί σας λέω ότι είναι ένας
λόγος ωραίος; Γιατί είναι ένας λόγος, ο οποίος με την ωραιότητα της φόρμας του
και των εικόνων που χρησιμοποιεί, μας οδηγεί χέρι χέρι προς το μυστήριο το
οποίο ζούμε τα Χριστούγεννα, μας οδηγεί στη συνάντηση μ’ Εκείνον, ο οποίος
είναι «ο ωραιότερος από τους υιούς των
ανθρώπων», όπως ψέλνουμε στον 44ο ψαλμό. Πρόκειται για την
ωραιότητα δύο κειμένων που μεταφέρουν μέσω της ποίησης μια καθαρή θεολογία, δύο
κειμένων του μακρινού και ταυτόχρονα επίκαιρου τετάρτου αιώνα, τα οποία ελπίζω
και εύχομαι να είναι ένας υπέροχος λόγος ευλογίας και χαράς των φετινών
Χριστουγέννων. Αυτών των Χριστουγέννων, που κλείνουν ένα ασυνήθιστο και
μελαγχολικό έτος, αλλά που είμαστε βέβαιοι ότι θα μας σκεπάσει η ευλογία του
Κυρίου. Αυτή είναι η ελπίδα μας, η οποία δεν πρέπει ποτέ να σβήσει γιατί ο
Κύριος μας συνεχίζει να ενσαρκώνεται και να είναι παρών στη ζωή μας και στη ζωή
των χριστιανικών Εκκλησιών, σήμερα 2020 χρόνια μετά από τη γέννησή του στο
σπήλαιο της Βηθλεέμ. Παραδίδω στα χέρια σας για να διαβάσετε τα δύο κείμενα του
Αγίου Εφραίμ. Το πρώτο περιέχει μερικές στροφές του ενδέκατου ύμνου για τη
Γέννηση του Χριστού. Το δεύτερο είναι ένα απόσπασμα ενός ύμνου που, επίσης,
αποδίδεται στον Άγιο Εφραίμ και που αποτελεί κομμάτι της συριακής θείας
λειτουργίας κατά την ημέρα των Χριστουγέννων. Σας προτρέπω να διαβάσετε και να
προσευχηθείτε με αυτά τα κείμενα και (επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω αυτήν την
εικόνα), αφήστε τον εαυτό σας να κατακλυστεί από την ωραιότητά τους και
το θεολογικό τους βάθος. Ανακαλύψτε την αίγλη της ποιητικής τους γλώσσας και
την θεολογική ένταση των εικόνων, που χρησιμοποιεί ο ποιητής και θεολόγος.
Απόσπασμα ενός
ύμνου του Αγ. Εφραιμ για τη Γέννηση του Χριστού
Ιδού το μεγαλείο της Μητέρας Του:
Ο Κύριος έρχεται μέσα σε αυτήν
για να γίνει Δούλος.
Ο Λόγος ήρθε σε αυτήν
για να σωπάσει μέσα στους κόλπους της.
Η βροντή ήρθε σε αυτήν
για να μην κάνει κανένα θόρυβο.
Ο ποιμένας ήρθε σε αυτήν
και ιδού ο γεννηθείς Αμνός που βγάζει το
πρώτο κλάμα.
Γιατί το σπλάχνο της Μαρίας
αντέστρεψε τους ρόλους:
Ήλθε ως κραταιός των πάντων
Ο Ύψιστος ήλθε σε αυτήν
αλλά ήλθε με ταπεινότητα.
Η λαμπρότητα μπήκε μέσα της
αλλά ενδύθηκε ενδύματα ταπεινά.
Μας εντυπωσιάζει πώς ο Άγιος Εφραίμ,
χρησιμοποιώντας εικόνες αντίθετες μεταξύ τους, αναπτύσσει αυτό που αποτελεί τον
πυρήνα της χριστιανικής μας πίστης και τον οποίο γιορτάζουμε κατά τις ημέρες
αυτές: την ενσάρκωση του αιώνιου Λόγου του Θεού από το Άγιο Πνεύμα και την
Παρθένο Μαρία, τη Θεοτόκο, και τη γέννησή του στη Βηθλεέμ. Ο ποιητής (και
θεολόγος) χρησιμοποιώντας όρους και εικόνες αντιθετικές, ψέλνει, διακηρύττει τη
χριστιανική πίστη: ο Κύριος γίνεται
δούλος…, ο Λόγος σωπαίνει…, η βροντή γίνεται σιωπηλή…, ο Ποιμένας γίνεται
αμνός…, ο Δημιουργός γίνεται φτωχός…, ο Ύψιστος γίνεται ταπεινός. Ο Εφραίμ
κατορθώνει να βάλει μπροστά στα έκθαμβα μάτια μας το μυστήριο το οποίο εμείς οι
χριστιανοί, ως Εκκλησία, γιορτάζουμε ιδιαίτερα κατά τις μέρες αυτές, αλλά και
σε κάθε στιγμή της ζωής μας:την Ενσάρκωση του Λόγου του Θεού «δια την ημετέραν
σωτηρίαν». Είναι ένας ύμνος, στον οποίο βρίσκουμε απεικονισμένο, ζωγραφισμένο
σαν σε εικόνα, θα λέγαμε, το Ευαγγέλιο το οποίο θα ακούσουμε αυτές τις μέρες,
το Ευαγγέλιο το οποίο μας κάνει κατοικητήριο της δύναμής του και της σωτηρίας
του, το χαρμόσυνο άγγελμα του Θεού, το οποίο από αγάπη γίνεται άνθρωπος,
γίνεται ένας από εμάς και βαδίζει σιωπηλά δίπλα μας.
Απόσπασμα της
συριακής θείας Λειτουργίας των Χριστουγέννων
Ήρθαν οι ποιμένες και πρόσφεραν
την καλύτερη
παραγωγή των προβάτων
πρόσφεραν γάλα
και καθαρό κρέας,
έπειτα
διάλεξαν και πρόσφεραν έναν ύμνο αντάξιο:
στον Ιωσήφ το
κρέας, στη Μαρία το γάλα, και στον Υιό τον ύμνο.
Σχεδόν ως συμπλήρωμα στον προηγούμενο
ύμνο, η στροφή αυτή συνοψίζει την πίστη μας. Στο προηγούμενο κείμενο ψάλαμε το
μυστήριο της Ενσαρκώσεως, την ηθελημένη ταπείνωση του Κυρίου να γίνει δούλος,
σαν να ξαναδιαβάζουμε την επιστολή του Παύλου προς Φιλιππισίους, ενώ στο
δεύτερο βρίσκουμε μέσα σε ποιητικές εικόνες την ίδια τη ζωή της Εκκλησίας, η
οποία λαβαίνει και προσφέρει στον Κύριο το «κρέας» της πονεμένης ανθρωπότητας,
το γάλα της δωρεάς και τον ύμνο που αναβλύζει από την καρδιά, του ευγνώμονα για
τη σωτηρία του, ανθρώπου. Η Εκκλησία, ως Ιωσήφ, είναι σύμβολο της υλικής
φροντίδας για το σώμα του Χριστού. Η Εκκλησία, ως Μαρία είναι σύμβολο της
πνευματικής φροντίδας του σώματος του Χριστού. Η Εκκλησία, που ζει μέσα στο
αναστημένο σώμα του Κυρίου, υποδέχεται και προσφέρει το κρέας και το γάλα με
τον ύμνο των αγγέλων και των ανθρώπων.
Με ακράδαντη πίστη και ελπίδα, και με
καρτερία των δυσκολιών που διανύσαμε και διανύουμε καθ΄όλη τη διάρκεια του
έτους, ας αφήσουμε να μας κατακλύσει η
ωραιότητα που ήλθε για να μείνει
ανάμεσά μας.
Εύχομαι σε όλους, στους Ιερείς, στις
Αδελφές και στους πιστούς της Εξαρχίας μας, όπως και σε όλα τα αδέλφια και τους
φίλους μας, Άγια Χριστούγεννα.
Επίσκοπος-Έξαρχος Ελληνορρύθμων Καθολικών Ελλάδος
Lasciamoci contagiare dalla
Bellezza.
Alle porte
della celebrazione del Santo Natale, come ogni anno ho scritto una lettera
pastorale per i fedeli del nostro Esarcato, e per tanti altri fedeli e amici
che si sentono vicini a noi, si sentono che fanno parte, nell’amicizia, di
questa piccola Chiesa cattolica che è in Grecia. Quest’anno 2020, però, le
circostanze sono state e sono diverse, speciali, e in tanti aspetti anche
drammatiche. Ero tentato, non lo nascondo, di scrivere questa lettera magari
come rimpianto di tempi che erano stati migliori, e scriverla soltanto in un
tono mesto, quasi di lamento e di mera nostalgia. Questo, oltre ad essere
sicuramente una tentazione, credo che non mi avrebbe messo all’altezza del
momento attuale drammatico certamente, e in fondo non avrei dato una parola né
di consolazione né di speranza, forse neanche di fede. Perché le nostre parole,
dei pastori della Chiesa debbono essere di consolazione certamente, e una
consolazione che possa magari asciugare tante e tante lacrime; ma soprattutto
deve essere la nostra una parola di speranza che possa portare conforto e allo
stesso tempo essere una presenza paterna, fraterna ed amica in tante e tante
solitudini nate dal confinamento a cui siamo stati e siamo sottoposti
quest’anno.
Noi come
pastori delle Chiese cristiane, dobbiamo e dovremo predicare sempre il coraggio
e la speranza ai nostri fedeli. Nella quarantena, nel confinamento, nel
silenzio e la solitudine che ci ha toccato e tocca di vivere lungo questo 2020,
la nostra parola deve essere sempre di fiducia e di speranza nel Signore nostro
Gesù Cristo, colui che è l’unico Salvatore del mondo, e che continua a nascere
anche nei giorni di buio, di fragilità, di povertà umana, di confinamento come
i nostri. Nelle lettere precedenti, specialmente in quelle prima della Settimana
Santa e della Pasqua, vi scrivevo sul come vivere a casa, da soli o in
famiglia, quelle celebrazioni liturgiche della nostra fede nei periodi centrali
dell’anno liturgico, ed anche in situazioni di confinamento, riscoprendo o
semplicemente scoprendo nella vostra vita, appunto la preghiera personale ed in
famiglia. Quei consigli, nella situazione attuale e nel Natale di quest’anno,
servono tuttora e ad essi voglio riportare la vostra attenzione: la lettura
orante della Parola di Dio; la preghiera con i Salmi; la preghiera di Gesù; la
preghiera silenziosa davanti a una icona, e tante altre forme di preghiera
della nostra tradizione bizantina. Preghiere fatte in comunità, in famiglia, o
nel silenzio della propria camera e del proprio cuore credente.
Quest’anno
invece, ho preferito semplicemente mandarvi, come mia lettera di Natale, una
parola di un autore antico, di un Padre della Chiesa, una parola che è bella,
nella speranza che sia per voi una parola che vi riporti serenità, conforto,
pace e speranza. È una parola che anche nella sua forma esterna è bella, una
parola nata, scaturita dal canto di uno dei più grandi poeti teologi di tutti i
tempi cristiani: sant’Efrem il Siro morto nell’anno 373. E per ché vi dico che
è una parola bella? Perché è una parola che nella bellezza della forma e delle
immagini, ci porta per mano al mistero che viviamo nel Natale, ci porta per
mano all’incontro con Colui che è “il più bello tra i figli degli uomini”,
come cantiamo nel salmo 44. È la bellezza di due frammenti di quella che è una
teologia fatta con la poesia, due brevi testi del lontano e allo stesso tempo
attuale quarto secolo che, spero e mi auguro possano essere una ottima parola
di benedizione e di gioia nel Natale di quest’anno anomalo, mesto ma che siamo
sicuri ci porta anche una sua benedizione. È la nostra speranza che non deve
venir mai meno, perché il Signore continua ad incarnarsi e a farsi presente
nella nostra vita, nella vita delle Chiese cristiane, oggi, duemila e venti
anni dopo la sua nascita in una grotta a Betlemme.
Pongo nelle
vostre mani e lascio alla vostra lettura, questi due testi di Sant’Efrem. Il
primo contiene alcune strofe dell’undicesimo inno Sulla Natività di Cristo;
il secondo invece è un frammento della liturgia siriaca del giorno di Natale in
un inno attribuito allo stesso sant’Efrem. Vi esorto a leggere e a pregare
questi testi –e permettetemi di usare questa immagine quanto mai attuale nei
nostri giorni-, spingendovi soprattutto a lasciarvi contagiare dalla loro
bellezza e profondità teologica, scoprendone il fascino del linguaggio
poetico ed anche l’incisività teologica delle immagini adoperate dal teologo
poeta.
Ecco la meraviglia di sua Madre:
il Signore venne in essa
per farsi Servo.
Il Verbo venne in essa
per tacere nel suo seno.
Il tuono venne in essa
per non fare nessun rumore.
Il pastore venne in essa
ed ecco l’Agnello nato e che piagnucola.
Poiché il seno di Maria
ha capovolto i ruoli:
Colui che creò tutte le cose
ne è entrato in possesso,
ma povero.
L’Altissimo venne in essa,
ma vi entrò umile.
Lo splendore venne in essa
ma vestito con panni umili.
Colpisce come
Efrem, servendosi di immagini contrastanti e quasi opposte tra di loro,
sviluppa quello che è il tema centrale della nostra fede cristiana e che
celebriamo in questi giorni: l’incarnazione del Verbo eterno di Dio dallo
Spirito Santo e dalla Vergine Maria, Madre di Dio, e la sua nascita a Betlemme.
Il poeta, usando termini ed immagini contrastanti, canta, proclama la nostra
fede cristiana: il Signore che si fa servo…, il Verbo (la Parola) che tace…,
il tuono che si fa silenzioso…, il pastore che diventa agnello…, il Creatore
fattosi povero…, l’Altissimo fattosi umile. Efrem riesce a mettere davanti
ai nostri occhi meravigliati, il mistero che come cristiani, come Chiesa,
celebriamo specialmente in questi giorni e ad ogni momento della nostra vita:
l’Incarnazione del Verbo di Dio per la nostra salvezza. È un inno in cui
troviamo rappresentato, dipinto potremo dire, quasi fosse una icona, quel
Vangelo che ascolteremo in questi giorni, quel Vangelo che ci fa diventare
ricettacoli della sua forza e della sua salvezza, quell’annuncio del Dio che
per amore si fa uomo, si fa uno di noi e cammina nel silenzio accanto a noi.
Frammento della liturgia siriaca del giorno di
Natale
i frutti più pregiati delle pecore,
diedero latte e carne pura,
scelsero poi e offrirono una lode degna:
a Giuseppe la carne, a Maria il latte, e al Figlio la lode.
Quasi un
complemento dell’inno precedente, questa strofa riassume la nostra fede. Nel
primo testo si canta il mistero dell’Incarnazione, del Signore che si fa servo,
si abbassa, quasi rileggendo la lettera di Paolo ai Filippesi, mentre in questo
secondo testo troviamo con delle immagini poetiche, la vita stessa della Chiesa
che accoglie ed offre al Signore la carne dell’umanità sofferente, il latte
della gratuità e la lode che scaturisce dal cuore dell’uomo grato per la
salvezza. La Chiesa che in Giuseppe trova il simbolo della cura materiale del
corpo di Cristo; la Chiesa che in Maria trova il simbolo della cura spirituale
del corpo di Cristo; la Chiesa che nel Signore stesso, vivente nel suo corpo
risorto, accoglie ed offre la carne ed il latte nella lode degli angeli e degli
uomini.
Fermi nella fede e nella speranza, anche e specialmente in
tante sofferenze lungo quest’anno, lasciamoci contagiare dalla Bellezza,
quella che è venuta ad abitare in mezzo a noi.
Auguro
a tutti, sacerdoti, suore e fedeli dell’Esarcato, e a tutti i fratelli ed
amici, un Santo Natale.
+P. Emmanuil Nin
Esarca
Apostolico
Nessun commento:
Posta un commento