Domenica del Fariseo e del Pubblicano, 1a
del Triodion (9 febbraio 2020)
(2 Tim 3,
10-15; Lc 18, 10-14)
Benedetto il nostro
Dio, longanime e misericordioso, ora e sempre e nei secoli dei secoli. Amin.
Due uomini salirono al
tempio a pregare: uno era fariseo e l’altro pubblicano... Iniziava così il brano
del vangelo di oggi; e finiva: costui -il pubblicano- discese giustificato a
casa sua, l’altro no. Chi si esalta sarà umiliato, chi si umilia sarà esaltato.
Tra la salita al tempio e la discesa verso casa, Luca ha descritto l’atteggiamento
dei due personaggi della parabola, l’alterigia, l’orgoglio, e soprattutto il
disprezzo dell’uno, l’umiltà dell’altro. Ambedue salgono al tempio, l’uno per
ringraziare Dio rimanendo pero nella sterilità dell’orgoglio e del disprezzo; l’altro
per confessare Dio accogliendone la fecondità della misericordia, della
magnanimità, del perdono di Dio: O Dio, siimi propizio, favorevole, nella
mia condizione di peccato, di peccatore... E’ nella confessione della
nostra condizione di peccatori che siamo raggiunti dalla misericordia di Dio, e
lo siamo ed unicamente in Cristo. È Lui la chiave della parabola di oggi. Lui,
il nostro Dio, splendore del Padre ed immagine sua invisibile, si abbassa nell’incarnazione,
su umilia per assumere tutto quello che noi siamo, e fino al punto più estremo
della nostra morte: ecco quello che ci rivela la stessa icona della Pasqua che
ogni domenica veneriamo e che solennemente venereremo fra dieci domeniche: Lui,
il Signore che scende fino agli inferi, per incontrarci ed esaltarci insieme a
Lui.
Chi si esalta sarà
umiliato, chi si umilia sarà esaltato. Umiliarsi allora non è per noi cristiani una specie di
operazione mentale soltanto, bensì un mettere i piedi per terra riconoscendo la
nostra realtà di peccato, cioè di debolezza nell’amore. Essere umili vorrà dire
riconoscere Lui, il Signore, ed accettare la sua misericordia; ed accettare
anche che questa sua misericordia viene elargita anche agli altri, che non ne
sono io l’unico depositario. Delle volte pensiamo che essere umili voglia dire
soltanto riconoscere i nostri torti, i nostri peccati; certamente i nostri
torti ed i nostri peccati dobbiamo riconoscerli; ma essere umili vorrà dire
soprattutto riconoscere nella fiducia Colui che è il solo a essere amore, il
solo ad amare gli uomini, e ad amarli in quella condizione di miseria nella
quale essi- tutti noi- non sanno -non sappiamo- né possono -amare. Tirandoci
fuori dal nostro peccato, riportandoci al suo amore, il Signore ci insegna ad
amare; tirandoci fuori dal nostro orgoglio, il Signore ci insegna ad accettare
l’altro, il fratello, ad accettare che pure lui è amato, perdonato, salvato. In
Lui, in Cristo, e soltanto in Lui, scopriamo di poter amare e di essere amati.
Carissimi, con questa
domenica, la decima prima di Pasqua, entriamo nel periodo del Triodion, un
tempo nella liturgia bizantina in cui il Signore, attraverso la sua Parola, il
suo Vangelo, ci farà pervenire alla Grande Quaresima che, a sua volta, avrà
come scopo condurci alla Santa Risurrezione del Signore. In queste domeniche
del Triodion le pagine del Vangelo che ci verranno proclamate -già con quella
di oggi- diventeranno una grande catechesi che ci dovrebbe portare -o
riportare- ad atteggiamenti determinanti della nostra vita cristiana a livello
personale e comunitario, e ci dovrebbero confrontare con quello che ci viene
elargito da Dio stresso: la misericordia, il perdono... La prima domenica,
proprio oggi, ci ha dato il vangelo del Fariseo e del Pubblicano; la seconda ci
darà la parabola del Figlio Prodigo; la terza ci misurerà col nostro
atteggiamento più cristiano, cioè l’incontro col Cristo povero, malato,
prigioniero, attraverso la parabola del Giudizio Finale... Infine, la quarta domenica
ci indicherà il cammino del digiuno e della preghiera fatti nella verità, e ci
introdurrà nella Grande Quaresima, che ci farà pervenire alla vera umiliazione
ed esaltazione del Signore, quella della Pasqua.
Chiediamo allora nella
preghiera al Signore che ci faccia umili, riconoscendo sì i nostri peccati ma
riconoscendo soprattutto la sua grande misericordia, ci insegni ad amare,
scenda Lui stesso nel nostro cuore. E giustificati nell’umiliazione di Cristo,
saremo accolti dall’amore del Padre. Un cammino, il nostro, -queste dieci
settimane che ci separano dalla Pasqua, e tutta la nostra vita-, un cammino di
ritorno al Padre che viene sempre fatto con Cristo che si fa presente nella
nostra vita, non lo dimentichiamo, e si fa presente in tanti modi, attraverso
la sua Parola, nei Sacramenti, nei fratelli, e che assume le nostre debolezze,
i nostri peccati, e li carica sulle sue spalle. Che di questa sua umiltà ce ne
faccia dono il Signore, che regna col Padre e lo Spirito Santo nei secoli. Amin.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
(πρώτη του Τριωδίου)
9 Φεβρουαρίου 2020
Ευλογητός ο
Θεός ημών, ο μακρόθυμος και πολυέλεος, πάντοτε, νυν και αεί, και εις τους
αιώνας των αιώνων. Αμήν!
«Δύο άνθρωποι ανέβηκαν
στο Ναό για να προσευχηθούν: ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης». Έτσι
αρχίζει η σημερινή περικοπή του Ευαγγελίου, και τελειώνει λέγοντας, πως «ο
τελώνης έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με το Θεό, ενώ ο άλλος όχι·
γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, και όποιος τον ταπεινώνει, θα
υψωθεί».
Ο ευαγγελιστής Λουκάς
περιγράφει τη διάθεση των δυο προσώπων της παραβολής από την είσοδό τους στο
Ναό μέχρι την επιστροφή τους στο σπίτι, τονίζοντας την αλαζονεία και την
περιφρόνηση του Φαρισαίου, αλλά και την ταπεινοφροσύνη του τελώνη.
Και οι δύο ανέβηκαν στο
Ναό: ο πρώτος για να ευχαριστήσει το Θεό, όμως παραμένοντας στην πνευματική
ακαρπία εξαιτίας της υπερηφάνειας και της περιφρόνησής του, ενώ ο δεύτερος για
να δοξάσει τον Κύριο, υποδεχόμενος έτσι την ευκαρπία της ευσπλαχνίας, της
μεγαλοψυχίας και της συγχώρεσης του Θεού. «Ο Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» έλεγε ο τελώνης, δηλαδή «Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό».
Και πραγματικά στην εξομολόγηση της δικής μας κατάστασης αμαρτίας είμαστε συγχωρεμένοι από το έλεος του Θεού, αποκλειστικά διαμέσου του Χριστού. Στη
σημερινή παραβολή η λέξη κλειδί είναι ο ίδιος ο Χριστός. Ο Χριστός είναι το
απαύγασμα του Θεού Πατέρα και η δική Του αόρατη εικόνα. Με την Ενσάρκωσή Του ο
Χριστός έγινε άνθρωπος σαν κι εμάς, και ταπεινώθηκε μέχρι το υπέρτατο σημείο
του θανάτου.
Αυτό μας δείχνει η εικόνα
της Ανάστασης που προσκυνάμε κάθε Κυριακή και θα προσκυνήσουμε ιδιαίτερα σε
δέκα εβδομάδες, την ημέρα του Πάσχα. Μόνο ο Κύριος κατέβηκε στον Άδη για να μας
συναντήσει και επομένως αναστήθηκε μαζί μας.
«Όποιος υψώνει τον εαυτό
του θα ταπεινωθεί, και όποιος τον ταπεινώνει θα υψωθεί». Άραγε για μας τους
χριστιανούς η ταπείνωση δεν είναι απλά μια λογική πράξη, αλλά μια πράξη με την
οποία βάζουμε τα πόδια μας στη γη, αναγνωρίζοντας τη δική μας πραγματικότητα
της αμαρτίας, ως ανεπάρκεια αγάπης. Είμαστε ταπεινοί όταν αναγνωρίζουμε τον
Κύριο και αποδεχόμαστε πλήρως το έλεός Του, ξέροντας πως η θεία ευσπλαχνία
δίνεται σε όλους μας, και όχι αποκλειστικά στον εαυτό μας, αλλά και στους
άλλους.
Μερικές φορές νομίζουμε
πως το να είμαστε ταπεινοί σημαίνει μόνο πως αναγνωρίζουμε τα λάθη μας και τις
αμαρτίες μας. Βέβαια πρέπει να αναγνωρίζουμε τα λάθη και τις αμαρτίες μας, όμως
το να είμαστε αμαρτωλοί σημαίνει πρώτα απ’ όλα ότι αναγνωρίζουμε με ακλόνητη
πίστη Εκείνον που είναι η αληθινή Αγάπη, ο μοναδικός Κύριος που αγαπά τους
ανθρώπους, και τους αγαπά βέβαια στην όποια κατάσταση βρίσκεται ο καθένας μας,
αν και εμείς δε ξέρουμε και δε θέλουμε να αγαπάμε.
Αποφεύγοντας λοιπόν την
αμαρτία μας, και επιστρέφοντας στην Αγάπη Του, ο Κύριος μας διδάσκει πως να
αγαπάμε και εμείς τους άλλους. Αποφεύγοντας την υπερηφάνειά μας, ο Κύριος μας
διδάσκει πως να δεχόμαστε τον πλησίον μας, τον αδελφό μας, και να παραδεχόμαστε
πως ο Θεός τον αγαπά, τον συγχωρεί και τον σώζει. Μόνο στο πρόσωπο του Χριστού
και διαμέσου του Χριστού μπορούμε να μάθουμε να αγαπάνε αληθινά.
Αγαπητοί πιστοί, αυτή την
Κυριακή, που είναι και η δέκατη Κυριακή πριν από το Πάσχα, μπαίνουμε στο
Τριώδιο, μια περίοδο που στη βυζαντινή λειτουργική, ο Κύριος, διαμέσου του Λόγου
Του, δηλαδή του Ευαγγελίου, μας εισάγει στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, που θα
καταλήξει στην Ανάσταση. Σ’ αυτές λοιπόν τις Κυριακές του Τριωδίου, οι
περικοπές του Ευαγγελίου θα είναι για εμάς μια μεγάλη κατήχηση η οποία θα μας
διδάσκει τη σωστή συμπεριφορά για τη χριστιανική μας ζωή, είτε σε προσωπικό
είτε σε κοινωνικό επίπεδο. Με αυτό τον τρόπο θα καταλάβουμε σε τι πρέπει να
βελτιωθούμε, όσον αφορά τη ευσπλαχνία, τη συγχώρεση, και τα λοιπά.
Η πρώτη Κυριακή του
Τριωδίου, δηλαδή η σημερινή, ονομάζεται Κυριακή της παραβολής του τελώνη και
του Φαρισαίου. Η δεύτερη Κυριακή της παραβολής του Ασώτου. Η τρίτη της Απόκρεω.
Σ’ αυτή την παραβολή θα μελετήσουμε τη χριστιανική συνάντηση και υποδοχή του Χριστού,
φτωχού, άρρωστου, φυλακισμένου, όπως λέει η παραβολή της δευτέρας παρουσίας. Η
τέταρτη Κυριακή αναφέρεται στην πορεία της αληθινής νηστείας και της προσευχής
που πρέπει να συνοδεύει κάθε χριστιανό
σε όλη την περίοδο της Τεσσαρακοστής. Η μελέτη μας λοιπόν θα περάσει από
την άκρα ταπείνωση του Κυρίου μέχρι την ένδοξη Ανάστασή Του.
Ας παρακαλέσουμε λοιπόν
τον Κύριο να γίνουμε κι εμείς πραγματικά ταπεινοί άνθρωποι, αναγνωρίζοντας τις
αμαρτίες μας. Όμως, πρώτα απ’ όλα, να αναγνωρίσουμε το άπειρο έλεός Του, έτσι
ώστε να μάθουμε πως να αγαπάμε, έχοντας Εκείνον στην καρδιά μας. Έτσι,
δικαιολογημένοι με την ταπείνωση του Χριστού, σίγουρα θα γίνουμε αποδεκτοί από
την Αγάπη του Θεού Πατέρα.
Στην ουσία, αυτή η
πνευματική πορεία πρόκειται για μια πορεία που διαρκεί όχι μόνο τις δέκα
Κυριακές της Σαρακοστής, αλλά όλη τη ζωή μας. Είναι μια πορεία επιστροφής προς
τον Ουράνιο Πατέρα μας. Αυτή είναι μια πνευματική πορεία που όμως κάνουμε μαζί
με το Χριστό, ο οποίος δεν σταματά να είναι παρών μέσα στη ζωή μας. Αντίθετα,
Εκείνος μας συνοδεύει πάντα, με πολλούς τρόπους, με τη βοήθεια του Λόγου Του, των ιερών μυστηρίων, και των
αδελφών μας. Βέβαια είναι πάντα παρών και στις αδυναμίες, ακόμη και στις
αμαρτίες μας, που προσπαθεί να θεραπεύσει.
Είθε ο Κύριος να μας
δώσει τη δική Του ταπεινοφροσύνη, εφόσον βασιλεύει με τον Πατέρα και το Άγιο
Πνεύμα. Αμήν!
Nessun commento:
Posta un commento