lunedì 19 giugno 2017

Domenica II di Mateo (18 giugno 2017)
                                            (Rm 2, 10-16; Mt 4, 18-23)

Benedetto il nostro Dio, ora e sempre e nei secoli dei secoli. Amin.

Sigillato il sepolcro dai giudei e custodendo i soldati il tuo corpo santo, sei risorto il terzo giorno, o Salvatore, e hai dato la vita al mondo. Questo testo che abbiamo cantato nel tropario domenicale è quello che celebriamo oggi, domenica, ed ogni domenica; celebriamo cioè la risurrezione di nostro Signore il terzo giorno dai morti. Lui, provvidente e amante degli uomini, proprio a causa del suo amore consegnò se stesso alla morte per liberarcene e darci la vita.

Due brani della Sacra Scrittura ci sono stati proclamati nella liturgia di questa domenica: quello della lettera di san Paolo ai Romani, e il brano del vangelo di Matteo. Nella lettura del testo paolino abbiamo sentito come l’Apostolo augura i doni spirituali della gloria, l’amore e la pace a tutti gli uomini, giudei o greci, senza nessun tipo di accezione di persone perché in Dio, come dice lo stesso Paolo, non c’è parzialità. Dopo l’incarnazione, la passione, la morte e la risurrezione del Signore l’unico criterio nel giudizio è il Vangelo.

La narrazione del Vangelo, poi, nel capitolo 4 di San Matteo, ci ha presentato in due scene parallele e consecutive la vocazione di Pietro e di Andrea, e poi di Giacomo e Giovanni. Costui è uno dei passi più belli di Matteo; nella semplicità della narrazione, l’evangelista dipinge di forma molto fine la chiamata fatta dal Signore e la risposta data dai pescatori galilei. Tanti sono i passi evangelici narrati accanto al mare di Galilea e in modo speciale con scene di Gesù sulla barca, nel mare. Nel vangelo odierno, Gesù passa accanto al mare, vede i pescatori, li chiama; essi, lasciate le loro cose -reti, barche, il padre- seguono Gesù. La narrazione, poi, si conclude ancora con l’indicazione che Gesù insegna nelle sinagoghe, predica la Buona Novella, guarisce gli infermi. Due momenti importanti, quindi, nel brano odierno: da una parte Gesù che vede i pescatori e li chiama; dall’altra essi, i pescatori che immediatamente -forma ripetuta dall’evangelista per le due copie di fratelli- immediatamente lasciano quello che hanno tra le mani e lo seguono.

Vorrei soffermarmi in un punto soltanto; non tanto nel fatto della chiamata di Gesù ma sull’obiettivo ed il contenuto della chiamata. A che cosa chiama Gesù i discepoli? A diventare che cosa? Il Vangelo dice che i quattro, Pietro ed Andrea, Giacomo e Giovanni erano pescatori; e Gesù li chiama proprio per farli pescatori di uomini. Si direbbe che Gesù cambia semplicemente l’oggetto di quello che essi già sono: da semplici pescatori ne fa pescatori di uomini. Il mestiere di pescatore è sicuramente molto bello, ma si può dire che è uno di quelli il cui successo è più a rischio; una pesca abbondante dipende da tante cose: le condizioni del mare, il gettare le reti sul posto giusto, i movimenti dei branchi dei pesci... In gran parte si direbbe che non dipende dal pescatore; costui getta le reti e poi dopo alcune ore le leva. Lui, però, sa di solito, dalla sua esperienza, quando, dove e come gettare le reti per portare i pesci sulla barca.

I quattro pescatori di Galilea, chiamati a diventare pescatori di uomini, quando lasciarono le reti, le barche e il loro padre, non capirono cosa significherebbe per loro diventare pescatori di uomini; essi seguirono Gesù. Sarà accanto a lui che capiranno che diventare pescatori di uomini vuol dire servire e non essere serviti; capiranno che vuol dire perdonare settanta volte sette; capiranno che vuol dire essere misericordiosi, compassionevoli, fattori di pace... capiranno pure che si può scandalizzare di lui..., che lo si può tradire. Sarà lungo la loro vita di discepoli accanto al Signore che lentamente capiranno il quando, il dove ed il come gettare le loro reti per portare i nuovi pesci sulla barca, cioè per portarli a Cristo. Guardate che nella grande maggioranza di volte che nei Vangeli si parla di scene di pesca o attorno al mare di Galilea, quasi sempre Gesù è sulla barca: è sulla barca quando si scatena la tempesta... è sulla barca quando insegna gli uomini che sono sulla riva... parte su una barca per andare ad un luogo deserto per pregare... Dopo la sua risurrezione dai morti, poi, Gesù non già dalla barca ma dalla riva del mare continua a guidare nella loro pesca coloro che sono sulla barca, proprio i discepoli chiamati nel vangelo di oggi a diventare pescatori di uomini. Lungo la loro vita quindi accanto al Signore i discepoli lentamente hanno capito il quando, il dove ed il come gettare le loro reti; ma hanno capito anche che a guidarli in questo quando, in questo dove ed in questo come c’è sempre un Altro che è sempre nella riva del lago e a cui portano il frutto della loro pesca.

Il Signore passa, ci guarda e ci chiama a diventare suoi discepoli; questa sua chiamata per noi suppone un lasciare tante cose -le nostre reti, le nostre barche... e un andare con lui, accanto a lui per imparare sì sicuramente un quando, un dove ed un come gettare le nostre reti, ma soprattutto per imparare che pescatori di uomini, per i quattro pescatori galilei e per ognuno di noi vorrà dire un portare a Lui, il Signore della barca ed il Signore del mare, il frutto del nostro lavoro.

A Lui la gloria assieme al Padre ed allo Spirito Santo nei secoli. Amin.



B’ KYRIAKH TOY MATΘΑΙΟΥ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017
(Ρωμ. 2 10-16’ Ματθ. 4, 18-23)


«Του λίθου σφραγισθέντος υπό των Ιουδαίων, και στρατιωτών φυλασσόντων τον άχραντόν σου σώμα, ανέστης τριήμερος, Σωτήρ, δωρούμενος τω κόσμω την ζωήν». Το κείμενο αυτό το οποίο ψάλαμε ως κυριακάτικο τροπάριο, είναι αυτό που τελούμε σήμερα, Κυριακή όπως και κάθε Κυριακή, δηλαδή ότι εορτάζουμε την ανάσταση του Κυρίου μας την τρίτη μέρα από τους νεκρούς. Αυτός ο οποίος προβλέπει και αγαπά τους ανθρώπους εξαιτίας ακριβώς της αγάπη του, παρέδωσε τον εαυτό του στον θάνατο για να μας απελευθερώσει από τον θάνατο και να μας δώσει τη ζωή.
Δύο κείμενα της Αγίας Γραφής ακούσαμε σήμερα στη θεία λειτουργία της Κυριακής: ένα από την επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς τους Ρωμαίους, και ένα από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Στην ανάγνωση του παυλικού κειμένου ακούσαμε με  ποιο τρόπο ο Απόστολος εύχεται τα πνευματικά δώρα της δόξας, της αγάπης και της ειρήνης σε όλους τους ανθρώπους, Ιουδαίους και Έλληνες χωρίς κανένα ίχνος προσωποληψίας, γιατί όπως λέει ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος για τον Θεό δεν υπάρχει προσωποληψία. Μετά από την ενσάρκωση τα σεπτά πάθη, τον θάνατο και την ανάσταση του Κυρίου μας, το μοναδικό κριτήριο για την κρίση κάθε ανθρώπου είναι το Ευαγγέλιο.
Έπειτα η διήγηση του Ευαγγελίου στο τέταρτο κεφάλαιο του Ευαγγελιστού Ματθαίου μας παρουσίασε σε δύο παράλληλες και διαδοχικές σκηνές, την κλήση του Πέτρου και του Ανδρέα και έπειτα του Ιακώβου και του Ιωάννη. Πρόκειται για δύο από τις ωραιότερες παραγράφους του Ευαγγελιστού Ματθαίου μέσα στην απλότητα της διήγησης ο ευαγγελιστής περιγράφει με πολύ λεπτό τρόπο το κάλεσμα που έκανε ο Κύριος και την απάντηση που έδωσαν οι ψαράδες της Γαλιλαίας. Είναι πολλές οι Ευαγγελικές διηγήσεις για τη θάλασσα της Γαλιλαίας και ιδιαίτερα για σκηνές του Ιησού πάνω στη βάρκα μέσα σ’ αυτήν. Στο σημερινό ευαγγέλιο ο Ιησούς περνά δίπλα από τη θάλασσα βλέπει τους ψαράδες και τους προσκαλεί. Αυτοί, αφού αφήσουν τα πράγματά τους, τα δίχτυα τους, τις βάρκες και τον πατέρα τους, ακολουθούν τον Ιησού. Έπειτα η διήγηση καταλήγει ακόμα με την ένδειξη ότι ο Ιησούς διδάσκει, στις συναγωγές, κηρύττει το Χαρμόσυνο Άγγελμα, θεραπεύει τους ασθενείς. Επομένως έχουμε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή δύο σπουδαίες στιγμές: από τη μία πλευρά τον Ιησού, ο οποίος βλέπει τους ψαράδες και τους καλεί, από την άλλη αυτούς τους ψαράδες οι οποίοι αμέσως αφήνουν ότι έχουν στα χέρια τους και τον ακολουθούν.
Θα ήθελα να επιμείνω μονάχα σε ένα σημείο, όχι τόσο στο γεγονός του καλέσματος του Ιησού, αλλά στο αντικείμενο και στο περιεχόμενο αυτού του καλέσματος. Για ποιο λόγο ο Ιησούς καλεί τους μαθητές του: για να γίνουν τι? Το Ευαγγέλιο λέει ότι οι τέσσερις, ο Πέτρος ο Ανδρέας, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης ήταν ψαράδες και ο Ιησούς τους καλεί ακριβώς για να τους κάνει ψαράδες ανθρώπων. Θα έλεγε κανείς ότι ο Ιησούς απλώς αλλάζει το αντικείμενο αυτού του οποίου ήδη αυτοί είναι: από απλούς ψαράδες τους κάνει ψαράδες ανθρώπων. Το επάγγελμα του ψαρά είναι ασφαλώς πολύ ωραίο αλλά μπορούμε να πούμε ότι είναι από τα επαγγέλματα εκείνα των οποίων η επιτυχία βρίσκεται σε μεγαλύτερο κίνδυνο. Ένα άφθονο ψάρεμα εξαρτάται από πολλά πράγματα, την κατάσταση της θάλασσας, το σωστό ρίξιμο των διχτυών, τα ρεύματα της πορείας των ψαριών….
Κατά πολύ θα μπορούσαμε να πούμε ότι η επιτυχία του ψαρέματος δεν εξαρτάται από τον ψαρά αυτός ρίχνει τα δίχτυα και μετά από λίγες ώρες τα σηκώνει. Αυτός όμως κατά κανόνα, χάρη στην εμπειρία του, γνωρίζει πότε, που και πως θα ρίξει τα δίχτυα του, για να μαζέψει ψάρια στη βάρκα του.
Οι τέσσερις ψαράδες της Γαλιλαίας καλεσμένοι να γίνουν ψαράδες ανθρώπων, όταν άφησαν τα δίχτυα, τις βάρκες  τον πατέρα τους, δεν κατάλαβαν τι σήμαινε γι’ αυτούς να γίνουν ψαράδες ανθρώπων, ακολούθησαν τον Ιησού. Βρισκόμενοι κοντά του θα καταλάβουν ότι ψαράδες ανθρώπων σημαίνει να υπηρετούν και όχι να υπηρετούνται, θα καταλάβουν τι σημαίνει να συγχωρούν εβδομήντα φορές επτά θα καταλάβουν τι σημαίνει να είναι φιλεύσπλαχνοι, ελεήμονες ειρηνοποιοί… θα καταλάβουν επίσης ότι είναι δυνατό να σκανταλιστούν από αυτόν…. Ότι είναι δυνατό να τον προδώσουν. Ζώντας τη ζωή τους ως μαθητές στο πλευρό του Κυρίου θα καταλάβουν σιγά σιγά πότε που και πώς να ρίχνουν τα δίχτυα τους, για να πιάσουν νέα ψάρια στη βάρκα τους, δηλαδή να τα οδηγούν στον Χριστό. Προσέξτε ότι τις περισσότερες φορές κατά τις οποίες στα Ευαγγέλια γίνεται λόγος για ψάρεμα ή γύρω από τη θάλασσα της Γαλιλαίας σχεδόν πάντοτε ο Ιησούς βρίσκεται πάνω στη βάρκα: εκεί βρίσκεται όταν ξεσπά η καταιγίδα… εκεί βρίσκεται όταν διδάσκει στα πλήθη, που βρίσκονται στην ακτή…. πάνω σε μια βάρκα αναχωρεί για να πάει σε έρημο τόπο για να προσευχηθεί… Μετά από την ανάστασή του από τους νεκρούς, στη συνέχει ο Ιησούς όχι πια από τη βάρκα αλλά από την ακτή της θάλασσας συνεχίζει να κατευθύνει το ψάρεμα εκείνων που βρίσκονται πάνω στη βάρκα, δηλαδή ακριβώς των μαθητών εκείνων, οι οποίοι στο σημερινό ευαγγέλιο καλούνται να γίνουν ψαράδες ανθρώπων. Επομένως κατά τη ζωή τους στο πλευρό του Διδασκάλου τους, οι μαθητές σιγά σιγά κατάλαβαν το πότε, το που και το πώς να ρίχνουν τα δίχτυα τους, αλλά κατάλαβαν επίσης ότι ο οδηγός τους σ’ αυτό το πότε, σ’ αυτό το που και σ’ αυτό το πώς είναι πάντοτε ένα Άλλος ο οποίος βρίσκεται πάντοτε στην ακτή της λίμνης, και στον οποίο φέρνουν τον καρπό τους ψαρέματός τους.
Ο Κύριος περνά,  μας κοιτάζει και μας καλεί να γίνουμε μαθητές του αυτό το κάλεσμά του προϋποθέτει και για μας να αφήσουμε τόσα πράγματα, (τα δίχτυα μας τις βάρκες μας… σημαίνει επίσης να βαδίσουμε μαζί του, στο πλευρό του, για να μάθουμε με βεβαιότητα το πότε, το που, και το πώς πρέπει να ρίχνουμε τα δίχτυα μας, αλλά προπάντων για να μάθουμε ότι ψαράδες ανθρώπων για τους τέσσερις ψαράδες της Γαλιλαίας και για τον καθένα από εμάς σημαίνει να φέρνουμε σ’ Αυτόν στον Κύριο της βάρκας και στον Κύριο της θάλασσας, τον καρπό της εργασίας μας.

Σ’ Αυτόν η δόξα, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν

sabato 3 giugno 2017

Lunedì dello Spirito Santo (5/06/2017)
                                             (Ef 5,8-19; Mt 18, 10-20)

Benedetto il nostro Dio, che ci fa il dono del suo Santo Spirito, ora e sempre e nei secoli dei secoli.

        Carissimi, ci siamo radunati stamane in questa chiesa cattedrale, la nostra chiesa cattedrale, per lodare il Signore, per celebrare i Santi Misteri.

        Una celebrazione durata due giorni e che si concluderà col vespro di questa sera. Celebriamo l’amore di Dio Padre, la grazia abbondante e gratuita del Signore nostro Gesù Cristo, e la comunione dello Spirito Santo. E celebriamo la nostra fede in questa chiesa cattedrale dedicata alla Santissima Trinità, la nostra cattedrale, il luogo dove ascoltiamo la Parola di Dio, dove abbiamo ricevuto e riceviamo i sacramenti, il luogo dove ognuno di noi e tutti insieme siamo e diventiamo Chiesa, Chiesa di Cristo.

        E la Parola di Dio nella festa odierna è molto bella, ricca ed esigente. E lo è perché ci sottolinea tre aspetti che vorrei brevemente sottolineare:
L’apostolo Paolo ci ha proposto tre verbi in modo imperativo, ricordateli: Comportatevi perciò come i figli della luce… Cercate ciò che è gradito al Signore… Vigilate dunque attentamente sulla vostra condotta… Paolo ci vuole cristiani che agiscono come tali, che cercano, che vigilano, che vegliano sulla propria vita cristiana. Comportarci come figli della luce, cercare e vigilare, secondo le parole di Paolo, vorrà dire agire e vivere secondo il Vangelo di Cristo. Un vangelo che non soltanto ci propone ma ci esige una vita di amore, di carità, di perdono. Un amore anche verso i nemici; una carità verso tutti; un perdono fino a settanta volte sette.
Il Vangelo ci ha dato la parabola della pecora smarrita. Una parabola che indica sì che ognuno di noi in qualche momento o situazione della nostra vita possiamo smarrirci in tanti modi. Ma una parabola che ci indica che il Signore, il pastore, continuerà sempre a cercarci, a caricarci sulle sue spalle e a riportarci all’ovile, nella sua misericordia, nel suo amore incommensurabile. Ma è una parabola detta anche per ognuno di noi cristiani, chiamati anche ad accorgerci che il fratello perduto c’è, che è e che cammina accanto a noi, e che anche noi lo dobbiamo caricare sulle nostre spalle. Questa è una parola del Vangelo che il Signore dà anche ad ognuno che non soltanto lo ascoltiamo, ma vogliamo anche viverlo: “il Padre vostro celeste non vuole che si perda neanche uno solo di questi piccoli”.
Svègliati, o tu che dormi, dèstati dai morti e Cristo ti illuminerà”. Lasciamo che questa Parola rimanga oggi nel nostro cuore, sicuri che il Signore Cristo sarà sempre la nostra luce, il nostro pastore, nei momenti di luce e in quelli che sembrano di tenebra, nei momenti di croce e in quelli di risurrezione. Amin.



ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
5 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017
(Εφεσ. 5,8-19 Ματθ. 18, 10-20)

          Ευλογημένος να είναι ο Θεός μας, ο οποίος μας κάνει το δώρο του Αγίου Πνεύματος του, τώρα και πάντοτε, και στους αιώνες των αιώνων.
Αγαπημένα μου αδέλφια, συναθροισθήκαμε σήμερα το πρωί σ’ αυτόν τον καθεδρικό ναό, τον δικό μας καθεδρικό ναό, για να δοξάσουμε τον Κύριο, και να τελέσουμε τα Ιερά Μυστήρια.
Πρόκειται για μία πανήγυρη, που διαρκεί δύο μέρες, και θα συμπληρωθεί με τον εσπερινό αυτής της βραδιάς. Πανηγυρίζουμε την αγάπη του Θεού Πατέρα, την πλουσιοπάροχη και χαρισματική  δωρεά του Κυρίου μας, Ιησού Χριστού, και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Σήμερα πανηγυρίζουμε την πίστη μας μέσα σ’ αυτόν τον καθεδρικό ναό αφιερωμένο στην Παναγία Τριάδα, τον δικό μας καθεδρικό ναό, τον ιερό χώρο όπου ακούμε τον Λόγο του Θεού και όπου λαβαίνουμε τα ιερά μυστήρια, τον ιερό χώρο όπου ο καθένας μας και όλοι μαζί, είμαστε και γινόμαστε Εκκλησία, η Εκκλησία του Χριστού.
Και ο Λόγος του Θεού κατά τη σημερινή γιορτή είναι πολύ ωραίος, πλούσιος και απαιτητικός. Και είναι όλα αυτά γιατί μας υπογραμμίζει τρεις απόψεις τις οποίες επιθυμώ με συντομία να υπογραμμίσω:
Ο Απόστολος Παύλος μας προτείνει τρία ρήματα στην προστακτική, ας τα θυμηθούμε: Να ζείτε, λοιπόν, σαν άνθρωποι που ανήκουν στο φως…. Να εξετάζετε τι αρέσει στον Κύριο…. Να συμμετέχετε στα σκοτεινά και ανώφελα έργα των άλλων…
Ο Απόστολος Παύλος μας θέλει χριστιανούς, οι οποίοι ενεργούν ως χριστιανοί, οι οποίοι αναζητούν αγρυπνούν και φροντίζουν για τη χριστιανική ζωή τους. Να συμπεριφερόμαστε σαν παιδιά του φωτός, σύμφωνα με τις  λέξεις του Αποστόλου Παύλου, σημαίνει να ενεργούμε και να ζούμε σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Χριστού. Ένα Ευαγγέλιο το οποίο όχι απλά μας προτείνει αλλά απαιτεί από εμάς μία ζωή αγάπης, φιλανθρωπίας, συγνώμης. Μία αγάπη ακόμα και προς τους εχθρούς μας, μία φιλανθρωπία προς όλους μία συγνώμη μέχρι εβδομήντα φορές επί επτά.
Το Ευαγγέλιο μας έδωσε την παραβολή του χαμένου προβάτου. Μία παραβολή η οποία μας δείχνει ότι ο καθένας μας, σε κάποια στιγμή ή σε κάποια κατάσταση της ζωής μας μπορεί να χαθεί με τόσους τρόπους. Η ίδια παραβολή μας δείχνει ότι ο Κύριος, ως καλός ποιμένας θα συνεχίσει πάντοτε να μας ψάχνει να μας σηκώνει στους ώμους του, και να μας επαναφέρνει στην ποίμνη του, γεμάτος ευσπλαχνία, μέσα στην απέραντη αγάπη του. Αλλά η παραβολή αυτή αναφέρεται και στον καθένα από εμάς τους χριστιανούς, οι οποίοι είμαστε καλεσμένοι να αντιληφθούμε ότι υπάρχει ο χαμένος αδελφός μας, υπάρχει και βαδίζει δίπλα μας, και οφείλουμε και εμείς να τον σηκώσουμε στους ώμους μας. Αυτός είναι ένας λόγος του Ευαγγελίου, τον οποίο ο Κύριος απευθύνει και στον καθένα μας, όχι μόνο για να τον ακούσουμε, αλλά και για να τον ζήσουμε:
«Ο ουράνιος Πατέρας σας δεν θέλει να χαθεί ούτε ένας, από τους μικρούς αυτούς αδελφούς σας».
«Ξύπνα εσύ που κοιμάσαι, αναστήσου από τους νεκρούς και θα σε φωτίσει ο Χριστός».
Ας αφήσουμε αυτόν τον Λόγο, να μείνει σήμερα μέσα στην καρδιά μας, βέβαιοι ότι ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός θα είναι πάντοτε το φως μας, ο ποιμένας μας στις στιγμές του φωτός και στις στιγμές που φαίνονται σκοτεινές, στις στιγμές του σταυρού και στις στιγμές της αναστάσεως. Αμήν. 


Domenica di Pentecoste (4/06/2017)
                                         (Atti 2,1-11; Gv 7,37-52; 8,12)

Benedetto il nostro Dio, che ci fa il dono del suo Santo Spirito, ora e sempre e nei secoli dei secoli.

Benedetto sei tu, Cristo Dio nostro: tu hai reso sapientissimi i pescatori, inviando loro lo Spirito santo, e per mezzo loro hai preso nella rete l’uni­ver­so. Amico degli uomini, gloria a te.

Carissimi, questo tropario, che abbiamo cantato dalla fine del vespro e che canteremo fino alla conclusione della festa della Pentecoste, raccoglie tutto il mistero che oggi celebriamo, cioè il Dono, il grande Dono di Colui che la liturgia bizantina invoca come Re Celeste, Consolatore, Spirito di Verità... Tesoro di beni, Datore di vita... Un aspetto, che per due volte abbiamo sentito, vorrei sottolineare: Hai iniziato i tuoi discepoli a lingue di genti straniere, perché con esse annunciassero te, Dio Verbo immortale..., ed ancora nel tropario sopra: …hai reso sapientissimi i pestatori…; e ancora in un altro tropario: ha insegnato la sapienza agli illetterati, ha reso teologi i pescatori. Con questa immagine la liturgia mette in evidenza questo grande dono del Santo Spirito: ha reso teologi i pescatori, li ha resi capaci di parlare di Lui. Questo diventare teologi elargito ai pescatori, ai discepoli, ad ognuno di noi per il battesimo, avviene in tre modi: lo Spirito Santo ci fa capaci di parlare di Lui, con Lui, in Lui.

Cosa vuol dire che ci fa capaci di parlare di Lui? Il dono dello Spirito Santo, ricevuto nei sacramenti dell’iniziazione cristiana nella sua pienezza, ci fa capaci di parlare di Dio, di annunziare agli uomini la sua salvezza avvenuta in Cristo suo Figlio e nostro Signore; lo Spirito Santo ci dà la sua fortezza in questo annunzio, ci dà la sua saggezza nel dirlo, nel proclamarlo agli uomini in tutta la sua bellezza e la sua verità, ci dà la sua prontezza nella nostra dedizione a Lui. E’ in questo senso che tutti noi, da pescatori dovremo diventare teologi, la nostra parola dovrà essere -e soltanto- Lui, il Signore ed il suo vangelo.

Cosa vuol dire che ci fa capaci di parlare con Lui? Il dono dello Spirito Santo ci fa aperti all’incontro col Signore nella preghiera, ci fa dono -suscita in noi- l’anelito della preghiera. Questo è un aspetto fondante nella nostra vita come cristiani; saremo annunziatori del Vangelo se -e soltanto- la nostra vita ha un incontro assiduo, umile e personale con Lui nella preghiera. Preghiera che, ce lo indica anche san Paolo nella lettera ai Romani, è un dono dello Spirito: infatti noi non sappiamo che cosa dobbiamo chiedere convenientemente, ma è lo Spirito stesso che prega per noi con gemiti inespressi..; e prosegue ancora Paolo: avete ricevuto lo Spirito di adozione a figli, in unione con il quale gridiamo: Abbà, Padre!

Cosa vuol dire, infine, che ci fa capaci di parlare in Lui? Non intendo altro se non indicare che bisogna che Lui parli, si manifesti in noi, per mezzo di noi. Il nostro parlare, il nostro agire come cristiani -il profondo del nostro cuore- deve essere permeato, pieno di Lui, del Signore. Evangelizzare il nostro dire, il nostro agire, in fondo evangelizzare il nostro cuore, è cosa ardua e tante volte difficile e diventa, per ognuno di noi un dono; un dono, pero, che non ci evita di chiederlo, di accoglierlo e di manifestarlo. Tante volte sarà questo un cammino difficile; forse saremmo capaci di parlare bene di Lui, anche sul Vangelo e col Vangelo; forse saremmo anche fedeli e ferventi in un cammino di preghiera, ma non sempre sarà facile agire in Lui, essere uomini del Vangelo e quindi della verità, del perdono, della riconciliazione, dell’amore.

        Carissimi nell’anafora, al momento dell’epiclesi, il sacerdote invoca, prega, supplica Dio che mandi il suo Santo Spirito su di noi e sui Doni presentati; con quale scopo? Affinché essi, i Doni, diventino Corpo e Sangue di Cristo. Affinché per noi diventino purificazione dell’anima, perdono dei peccati, comunione dello Spirito Santo; in altre parole, affinché noi diventiamo anche corpo e sangue di Cristo. Chiediamo oggi in modo speciale che il dono del Santo Spirito crei in noi un cuore nuovo, un cuore veramente cristiano. Non ci stanchiamo mai di ricominciare nel nostro cammino come cristiani. Lasciamoci ricreare ogni giorno dallo Spirito Santo.

Alla fine della Divina Liturgia faremo le tre grandi preghiere della gonyklisia, in ginocchio, non tanto a modo penitenziale bensì come atteggiamento umile per l’accoglienza -e per essere accolti- dallo Spirito Santo, Signore e Datore di vita.

Benedetto sei tu, Cristo Dio nostro: tu hai reso sapientissimi i pescatori, inviando loro lo Spirito santo, e per mezzo loro hai preso nella rete l’uni­ver­so. Amico degli uomini, gloria a te.

Che il Signore ce ne faccia dono pure a tutti noi, Lui che regna col Padre e lo Spirito Santo e vivificante nei secoli dei secoli. Amin.



ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
4 Ιουνίου 2017
(Πραξ. 2, 1-11 Ίω 7, 37-52 8,12)

Ευλογημένος να είναι ο Θεός μας, ο οποίος μας κάνει το δώρο του Αγίου Πνεύματος, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.
«Ευλογητός εί Χριστέ, ο Θεός ημών: ο πανσόφους τους αλιείς αναδείξας, καταπέμψας αυτοίς το Πνεύμα το Άγιον και δι’ αυτών οικουμένην σαγηνεύσας. Φιλάνθρωπε  δόξα σοι»
Αγαπημένα μου αδέλφια το τροπάριο αυτό, το οποίο ψάλαμε στο τέλος του εσπερινού, και θα το ψέλνουμε μέχρι το τέλος της περιόδου της Πεντηκοστής, περιλαμβάνει όλο το μυστήριο το οποίο σήμερα επιτελούμε δηλαδή το Δώρο, το μεγάλο Δώρο Εκείνου, τον οποίο η βυζαντινή θεία λατρεία επικαλείται, λέγοντας «Βασιλεύ Ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της Αληθείας… ο Θεός των αγαθών, και ζωής Χορηγός….»
Επιθυμώ να υπογραμμίσω μία φράση, την οποία ακούσαμε δύο φορές: Εμύησες τους μαθητές σου σε ξένες γλώσσες, ώστε με αυτές να ανακηρύξουν εσένα, τον αθάνατο Λόγου του Θεού…. Και στο τροπάριο που αναφέραμε μία άλλη φράση «ο πανσόφους τους αλιείς αναδείξας…» και ακόμα ένα άλλο τροπάριο ψέλνει «αγραμμάτους σοφίαν εδίδαξας, αλιείς θεολόγους ανέξειξας».
Με την εικόνα αυτών των εκφράσεων η θεία λατρεία φανερώνει το μεγάλο αυτό δώρο του Αγίου Πνεύματος: τους ψαράδες τους έκανε θεολόγους τους έκανε ικανούς να μιλούν γι’ Αυτόν. Αυτή η ανάδειξη σε θεολόγους, η οποία δόθηκε στους ψαράδες, στους μαθητές, στον καθένα από μας διαμέσου του βαπτίσματος, πραγματοποιείται με τρεις τρόπους: το Άγιο Πνεύμα μας κάνει ικανούς να μιλούμε για Αυτό, με Αυτό και εν Αυτώ.
Τι σημαίνει ότι μας κάνει ικανούς να μιλούμε για Αυτό? Το δώρο τους Αγίου Πνεύματος, το οποίο λαβαίνουμε στα ιερά μυστήρια της ολοκληρωτικής χριστιανικής μυήσεως, μας αξιώνει να μιλούμε για τον Θεό, να κηρύττουμε στους ανθρώπους τη σωτηρία την οποία μας έφερε ο Χριστός, ο Υιός του Πατέρα και Κύριός μας, το Άγιο Πνεύμα σ’ αυτό το κήρυγμα μας δίνει τη δύναμή του, μας δίνει τη σοφία του στη διατύπωσή του, αξιώνοντάς μας να το κηρύττουμε στους ανθρώπους με όλη την ομορφιά του και με όλη την αλήθεια του, μας δίνει το θάρρος του και την αφιέρωσή μας σ’ Αυτό. Με αυτήν την έννοια όλοι εμείς, ψαράδες πρέπει να γίνουμε θεολόγοι , και ο λόγος μας πρέπει να είναι αποκλειστικά Εκείνος, ο Κύριός μας και το Ευαγγέλιό του.
Τι σημαίνει ότι μας κάνει ικανούς να μιλούμε με Αυτό? Το δώρο του Αγίου Πνεύματος μας κάνει ανοικτούς για τη συνάντηση με τον Κύριο, στην προσευχή μας δωρίζει (γεννά μέσα μας), τον πόθο της προσευχής. Αυτή είναι μία θεμελιώδης άποψη της ζωής μας, ως χριστιανοί, θα είμαστε κήρυκες  του Ευαγγελίου εάν (και μόνο τότε), η ζωή μας έχει μία συνάντηση ακατάπαυστη, ταπεινή και προσωπική μαζί Του, στην προσευχή. Μια προσευχή η οποία, όπως μας το υποδείχνει και ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, είναι ένα δώρο του Αγίου Πνεύματος: Πραγματικά δεν γνωρίζουμε πως πρέπει να προσευχόμαστε, αλλά αυτό το Πνεύμα μεσιτεύει για μας με στεναγμούς που δεν μπορούν να εκφραστούν με λόγια…. Και ακόμα ο Απόστολος Παύλο συνεχίζει: «ελάβατε το Πνεύμα της υιοθεσίας ως παιδιών του Θεού, χάρη στην οποία υψώνουμε τη φωνή μας: Αβά, Πατέρα».
Τι σημαίνει, τελικά, ότι μας κάνει ικανούς να μιλούμε εν Αυτώ? Δεν εννοώ άλλο, παρά να υποδείξει ότι Εκείνος πρέπει να μιλήσει, να φανερωθεί σ’ εμάς, διαμέσου ημών. Η ομιλία μας, η δραστηριότητά μας, ως χριστιανοί, (το βάθος της καρδιάς μας) πρέπει να εμποτιστούν, να γεμίσουν από Αυτόν από τον Κύριο. Το να ευαγγελίζουμε την ομιλία μας, τη δραστηριότητά μας, δηλαδή το να ευαγγελίζουμε τα βάθη της καρδιάς μας, είναι πράγμα κουραστικό και πολλές φορές δύσκολο, για τον καθένα μας είναι ένα δώρο: αλλά ένα δώρο το οποίο οφείλουμε να το ζητούμε, να το δεχόμαστε και να το φανερώνουμε. Πολλές φορές θα χρειαστεί να κάνουμε μία δύσκολη πορεία: ίσως θα είμαστε ικανοί να μιλούμε καλά για Εκείνον, ακόμα και για το Ευαγγέλιο και με το Ευαγγέλιο: ίσως θα είμαστε και πρόθυμοι σε μία πορεία προσευχής αλλά δεν θα είναι πάντοτε εύκολο να ενεργούμε «εν Αυτώ», να είμαστε άνθρωποι  του Ευαγγελίου, δηλαδή άνθρωποι της αλήθειας, της συγνώμης, της συμφιλίωσης, της αγάπης.
            Αγαπημένα μου αδέλφια, κατά τη στιγμή της επικλήσεως, στη Θεία Λειτουργία ο ιερέας παρακαλεί, προσεύχεται, ικετεύει τον Θεό να στείλει το Άγιο του Πνεύμα σ’ εμάς και στα παρόντα Δώρα. Για ποιο σκοπό όμως?
Ώστε τα Δώρα αυτά να γίνουν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Ώστε για μας να γίνουν εξαγνισμός της ψυχής, άφεση αμαρτιών, κοινωνία του Αγίου Πνεύματος με άλλες λέξεις: ώστε να γίνουμε κι εμείς σώμα και αίμα του Χριστού. Ας ζητήσουμε κι εμείς σήμερα με ιδιαίτερο τρόπο, ώστε το δώρο του Αγίου Πνεύματος να δημιουργήσει σ’ εμάς μία νέα καρδιά, μια καρδιά πραγματικά χριστιανική. Ας μη κουραζόμαστε ποτέ να ξαναρχίζουμε την πορεία μας ως χριστιανοί. Ας αφήσουμε τον εαυτό μας να αναδημιουργείται καθημερινά από το Άγιο Πνεύμα.
Στο τέλος αυτής της Θείας Λειτουργίας θα υψώσουμε τις τρεις μεγάλες ευχές της γονυκλισίας, γονατιστοί, όχι τόσο σε ένδειξη μετανοίας, αλλά περισσότερο σε ένδειξη ταπεινής υπόκλισης, για να υποδεχθούμε, και να γίνουμε δεκτοί από το Άγιο Πνεύμα, τον Κύριο και Ζωοδότη.
«Ευλογητός ει Χριστέ, ο Θεός ημών: ο πανσόφους τους αλιείες αναδείξας, καταπέμψας αυτοίς το Πνεύμα το Άγιον   και δι’ αυτών την οικουμένην σαγηνεύσας. Φιλάνθρωπε, δόξα σοι».
            Είθε ο Κύριος να κάνει και σε όλους εμάς το ίδιο δώρο, Αυτός που βασιλεύει μαζί με τον Πατέρα και με το Πνεύμα το Άγιο και Ζωοποιό, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.